Κατά τον 16ο αιώνα ,την ώρα που η Ελλάδα βρίσκεται πάντα κάτω από τον Τουρκικό ζυγό, στην Βενετοκρατούμενη –ήδη από το 1211- Κρήτη, διαμορφώνεται μια κοινωνία αστικών κέντρων.Οι κρητικές πόλεις μετατρέπονται σε πολυάριθμα εμπορικά κέντρα,όπου οι αστοί ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος των οικονομικών δραστηριοτήτων.Αυτή η ανάπτυξη της αστικής τάξης ,οφείλεται στα προνόμια που έδωσαν οι Βενετσιάνοι στους Κρητικούς μετά την κατάκτηση της Κύπρου από τους Τούρκους το 1571.Ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα οι κατακτημένοι από τους Τούρκους Έλληνες δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν,οι κατακτημένοι από τους Βενετούς είχαν τη δυνατότητα να καρπωθούν τα πνευματικά προϊόντα της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης. Πολλοί ήταν εκείνοι οι άνθρωποι του πνεύματος ,που μετά την άλωση της Πόλης κατέφυγαν στην Κρήτη.
Η Κρήτη αποτελεί για τους βενετούς βασικό ορμητήριο για την μεταφορά προϊόντων από την Απω Ανατολή στην Ευρώπη ,και στην προσπαθειά τους αυτή,ανάπτυξης του εμπορίου, δημιουργούν πόλεις σταθμούς ,όπως η Ραγκούστα[Dubrovnik] και το Δυράχιο στην Αδριατική, η Κέρκυρα, η Κεφαλλονιά και η Ζάκυνθος, η Κωρώνη και η Μεθώνη στην Πελ/νησο, τα Χανιά ,το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο στην Κρήτη.Σ’ όλες αυτές τις πόλεις και περιοχές ,είναι έντονη η Βενετσιάνικη επίδραση στο κοινωνικό ,οικονομικό, καλλιτέχνικό ,λογοτεχνικό και θέατρικό επίπεδο.
Οι τέσσερεις κοινωνικές τάξεις της Κρήτης στην εποχή που αναφερόμαστε είναι οι εξής: α] Οι καθολικοί Βενετσιάνοι ευγενείς που ασκούν στρατιωτική και διοικητική εξουσία, β] Οι Κρητικοί ευγενείς που προέρχονται από αριστοκρατικές βυζαντινές οικογένειες,ή νεώτερες που συνεργάστηκαν με τους Βενετούς , γ] Οι αστοί, μια ισχυρή τάξη επαγγελματιών και επιστημόνων και δ] Ο Λαός που είτε κατοικεί στην ύπαιθρο, είτε ασκεί δευτερεύοντα επαγγέλματα ή ανήκει σε μειωνοτικές ομάδες. Καθώς λοιπόν οι αστοί αναπτύσσονται , ταξιδεύουν και γνωρίζουν την αναγέννηση, διαθέτουν σημαντικά ποσά για να μορφώσουν τα παιδιά τους στην Ιταλία.
Από το τέλος του 16ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 17ου ,εντοπίζεται η περίοδος ακμής της Κρητικής αναγέννησης,που εμφανίζεται στους περισσότερους τομείς του πολιτισμού, αλλά κυρίως στο θέατρο.Χάρη σε όλους εκείνους που γνώρισαν την πνευματική ζωή της Ιταλίας, ιδρύονται και στην Κρήτη Ακάδημίες, οι οποίες ευνοούν την καλλιέργια του θεάτρου.
Το 1562 με πρωτοβουλία του Βενετοκρητικού λόγιου και μαθηματικού Φραγκίσκου Barozzi, ιδρύεται στο Ρέθυμνο η Ακαδημία των Vivi, για την οποία δεν είναι γνωστα και πολλά πραγματα.Ιδρυτής και πρόεδρος της Ακαδημίας των Stravaganti στον Χάνδακα,[1590],ήταν ο Βενετοκρητικός ευγενής , ποιητής Ανδρέας Κορνάρος.Στα Χανιά τέλος,λειτούργησε το 1637 η Ακαδημία των Sterili. Οι Ακαδημίες αυτές,καθώς και το δουκικό ανάκτορο του Χάνδακα, κάποια αριστοκρατικά σπίτια , αλλά και οι δημόσιοι χώροι [πλατείες κ.α.], ήταν οι χώροι που δίδονταν οι θεατρικές παραστάσεις.Αν και επρόκειτο για οργανωμένες παραστάσεις ,οι θίασοι – εκτός από κάποιες περιπτώσεις περιοδεύοντων ιταλικών θιάσων στο νησί- ήταν στο σύνολό τους ερασοιτεχνικοί, που απαρτίζονταν είτε από αστούς Ελληνες και ξένους ,είτε από ενοριακές ομάδες, ή οργανωμένα επαγγελματικά σωματεία. Ο ακριβής τρόπος διεξαγωγής των παραστάσεων δεν μας είναι γνωστος, γιατί οι πληροφορίες που υπάρχουν δεν είναι αρκούν για να ρίξουν φως στην υπόθεση.Κατά καιρούς το θέμα έχουν εξετάσει διάφοροι μελετητές όπως ο Στυλιανός Αλεξίου, ο Αλέξης Σολομός, ο Βάλτερ Πούχνερ και ο Πάνος Βασιλείου.
Το κρητικό θέατρο μας έχει αφήσει λιγοστά έργα περισσότερο φιλολογικού χαρακτήρα παρά θεατρικού-που όμως έχουν αποδεδειγμένα παρασταθεί- τα οποία ανήκουν στην δραματουργική παραγωγή που παρουσιάζεται από το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα,συνεχίζεται στην περίοδο της πολιορκίας του Χάνδακα από τους Τούρκους και σταματά με την οριστική κατάληψη της πόλης το 1669.
Τα έργα που εμφανίζονται στην Κρήτη αυτή την εποχή ,αποτελούν ένα νέο είδος στην λογοτεχνική παραγωγή της Κρήτης, που έχει ως βάση τα πολιτισμικά δεδομένα της Ευρώπης.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της παραγωγής, -που θα πρέπει να περιελάμβανε –όσον αφορά στην κωμωδία τουλάχιστον - πενήντα έργα μόνο από τον 17ο αιώνα,- έχει χαθεί.Κι αυτό το συμπέρασμα βασίζεται στην πληροφορία ,ότι στον Χάνδακα ,κάθε χρόνο, κατά την διάρκεια του καρναβαλιού παίζονταν ελληνικές κωμωδίες.Αρα αν ληφθεί υπ’ όψιν και ο υποθετικός αριθμός όλων των άλλων έργων ,πλην της κωμωδίας, τα έργα επίσης που γράφονταν στο Ρέθυμνο και στα Χανιά, αντιλαμβανόμαστε όχι μόνο ποιό πρέπει να ήταν το μέγεθος της θεατρικής παραγωγής αλλά και την τεράστια απώλεια αυτών των κειμένων ,τη στιγμή που στις μέρες μας διασώζωνται μόνο εννιά πρωτότυπα έργα.Συγκεκριμένα ο Ιωάννης Παπαδόπουλος ,ένας κρητικός πρόσφυγας ,ο οποίος μετά την άλωση του Χάνδακα κατέφυγε στην Πάδοβα, γράφει το εξής στα απομνημονεύματά του:
«Nel Carnevale et in altri tempi non facevano far opere senon di Comedie, e nel sermon greco, nell’ assedio pero erano mutate le osanze primiere per amor o per forza e nella piu parte avevano tralasciato li costumi del paese.” [στο καρναβάλι και σε άλλους καιρούς δεν παρήγαγαν έργα άλλα από κωμωδίες ,κι αυτές ελληνικές,κατά την πολιορκία όμως άλλαξαν, είτε το ήθελαν είτε όχι, τις πρώτες τους συνήθειες και κατά ένα μεγάλο μέρος σταμάτησαν τα έθιμα του τόπου] . Αν και δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με το ποιά ακριβώς ήταν τα έθιμα του τόπου που σταμάτησαν, το στοιχείο που δίνει όσον αφορά στις ελληνικές κωμωδίες, είναι αρκετό για πιθανούς υπολογισμούς της θεατρικής παραγωγής.
Μέσα στον μικρό αυτό αριθμό των έργων που σώζωνται , εμφανίζονται όλα τα είδη του θεάτρου που υπάρχουν τη συγκεκριμένη εποχή στην Ευρώπη.Βασίζονται αποδεδειγμένα ,σχεδόν στο σύνολό τους , σε εντοπισμένα ξένα πρότυπα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως αποτελούν μίμηση ή κάποιο είδος αντιγραφής.Αντιθέτως σε κάποιο βαθμό αποτελούν διασκευές και αποδόσεις των έργων αυτών στην Ελληνική-Κρητική πραγματικότητα της εποχής.
Πραγνωρισμένος και υποβιβασμένος σε απλοϊκή απομίμηση των ιπποτικών μυθιστορημάτων, έμεινε για πολλά χρόνια ο «Ερωτόκριτος», έργο που αποδίδεται στον Βιτσέντζο Κορνάρο.Ο Στέφανος Ξανθουδίδης, ο δεύτερος εκδότης του Ερωτόκριτου, σημειώνει: «είναι έπος ερωτικόν ρωμαντικόν κατά το υπόδειγμα της φραγκικής και ρωμαντικής ποιήσεως.Εξυμνούνται εν αυτώ ο αγνός και πιστός έρως, η ανδρεία, η ειλικρινής και άδολος φιλία, η προς την πατρίδα αγάπη και υπηρεσία»
Στην τραγωδία του Κρητικού θεάτρου, υπάρχουν δραματικές καταστάσεις , συγκρούσεις ,τραγική ειρώνία ,όμως η έννοιες της μοίρας και της ύβρεως, τα πάθη –στοιχεία της αρχαιοελληνικής τραγωδίας- απουσιάζουν ,καθώς και η καποιου είδους κάθαρση που εντοπίζεται απέχει κατά πολύ από εκείνη του αρχαίου Ελληνικού προτύπου.Το δραματικό στοιχείο δεν φτάνει ποτέ τα όρια του τραγικού, ενώ ο χρονικός προσδιορισμός τους τα εμποδίζει να γίνουν διαχρονικά.Οι τραγωδίες που άφησε πίσω του η εποχή του Κρητικού θεάτρου είναι τρεις:
Η «Ερωφίλη» του Γεωργίου Χορτάτση, η γνωστότερη απ΄όλες, έργο που πρέπει να ήταν πολύ δημοφιλές ήδη στον καιρό του, γράφτηκε 1587-1610 και πρωτοτυπώθηκε το 1637. Ο «Βασιλιάς Ροδολίνος» [1639] από τον Ιωάννη Αντρέα Τρωίλο, ένα έργο που δεν παραστάθηκε ποτέ ,όπως γράφει ο ίδιος ο συγγραφέας του.Τέλος ο «Ζήνων» [1641], έργο αγνώστου συγγραφέα για το οποίο υπάρχουν αμφιβολίες και για την παραστασή του ,αλλά και για την συγγραφή του στην Κρήτη.Σώθηκε σε ένα και μοναδικό επτανησιακό χειρόγραφο.
Το θρησκευτικό δράμα «η Θυσία του Αβραάμ», είναι το τρίτο από τα έργα που είχαν την τύχη να τυπωθούν στον καιρό τους, αν και ο χρόνος εκτυπωσής του 1696-97, απέχει αρκετά από τον χρόνο συγγραφής του 1635.[τα άλλα δύο έργα που τυπώθηκαν στην εποχή τους , η Ερωφίλη και ο Βασιλιάς Ροδολίνος].Το θρησκευτικό αυτό δράμα, αποδίδεται στον Βιτσέντζο Κορνάρο.
Το ποιμενικό δράμα εκπροσωπήται από ένα ακόμη έργο του Γ.Χορτάτση την «Πανώρια» [1595-1604], που σώθηκε σε τρία επτανησιακά χειρόγραφα.
Τέλος η κωμωδία μας άφησε κι αυτή τρία έργα ,με υπόθεση που εκτυλίσσεται στην Κρήτη, στην πόλη του Χάνδακα –το σημερινό Ηράκλειο: Τον «Κατσούρμπο» [1595-1601]ή ~1581, έργο επίσης του Γ.Χορτάτση που σώθηκε κι αυτό από ένα μοναδικό επτανησιακό χειρόγραφο, όπως και ο «Στάθης» [1648] αγνώστου συγγραφέα.Ο «Φορτουνάτος» [1666] του Μάρκου Αντόνιου Φόσκολου ,σώθηκε σε χειρόγραφο Κρητικό και μάλιστα του ιδίου του ποιητή.
Πλάϊ στα παραπάνω έργα σώζωνται τουλάχιστον 18 ιντερμέδια, καθώς και μερικά έργα που γράφτηκαν από κρητικούς αλλά σε ιταλική γλώσσα, όπως η τραγωδία «Fedra» [1578] του Francesco Bozza, και το ποιμενικό δράμα “Amorosa Fede” [1620] του Αντώνιου Πανδήμου.
Και οι τρείς σωζώμενες κωμωδίες, αναμφίβολα στηρίζονται στην Ιταλική Λόγια κωμωδία [commedia erudita], που καλλιεργήθηκε κυρίως στις ηγεμονικές αυλές και στις ακαδημίες της Ιταλίας ,στις αρχές του 16ου αιώνα.Ετσι συναντούμε όλες τις βασικές συμβάσεις ,όπως οι πέντε πράξεις που διαιρούνται σε σκηνές, πρόλογος, ενότητα χώρου –χρόνου.Οσον αφορά στην υπόθεση, συναντούμε κοινά σημεία: Από τη μιά μεριά υπάρχει ο έρωτα ς δύο νέων, όπου αναμυγνείεται κάποιος γέρος αντεραστής ,για να αποσυρθεί τελικά όταν ανακαλύπτει πως είναι ο πατέρας του νέου ή της νέας.Στο δευτερο επίπεδο, δρούν οι υπηρέτες, οι εταίρες, οι ψευτοπαληκαράδες, οι λογιότατοι, οι οποίοι είναι και οι κυρίως κωμικοί φορείς της δράσης που συνθέτουν την κωμική διάσταση του έργου.
Η σύνθεση της πλοκής στις Κρητικές κωμωδίες, με εξαίρεση σε κάποιο βαθμό τον «Στάθη», είναι πολύ πιο απλή από την πολυσύνθετη της commedia erudita.
Σύμφωνα με τον Λίνο Πολίτη, οι ρίζες της Κρητικής κωμωδίας προέρχονται από την Βενετική κωμωδία [commedia veneziana], η οποία θεωρείται ο ενδιάμεσος σταθμός μεταξύ της commedia erudita και της commedia dell’ arte*1.
Υπάρχει ακόμη η αναφορά στο χειρόγραφο του “Κατσούρμπου”, που την χαρακτηρίζει “κομεδία ρεδικολώζα”, γραμμένος δηλαδή με ελληνικούς χαρακτήρες ο όρος commedia ridicolosa, ένα είδος κωμωδίας εμπλουτισμένης με πολλα στοιχεία της commedia dell’ arte, που ήταν δημοφιλής στις αρχές του 17ου αιώνα.Βέβαια η χρονολόγηση του Κατσούρμπου έρχεται σε αντίθεση με την εκδοχή αυτής της σχέσης, και είναι πιθανόν η λέξη «ριδικολώζα» να προστέθηκε μεταγενέστερα.
Η πιθανότερη εκδοχή, ωστόσο, είναι πως η αφετηρία στην Κρητική κωμωδία, εγκειται στο ρεύμα της Λόγιας κωμωδίας του 16ου αιώνα[commedia erudita].
Πέρα όμως από τις ρίζες και τις επιδράσεις που έχει δεχτεί η Κρητική δραματουργία, η λαϊκή παράδοση του πολιτισμού της Κρήτης είναι ζωντανή και εμφανής στα έργα, μέσα από παροιμιώδεις εκφράσεις ή αποφθέγματα λαϊκής σοφίας.Οι Κρήτες συγγραφείς απέδειξαν μια εξαιρετική ικανότητα στην αφομοίωση του ιταλικού πνεύματος στην δραματουργία της εποχής και την μεταφορά αυτού στα ελληνικά δεδομένα, συνδιάζοντας το ποιητικό τους ταλέντο με τις ιταλικές θεωρίες του 16ου αιώνα.Σε γενικές γραμμές η ποιότητα των ελληνικών κειμένων που προέκυπταν από μεταφορές ιταλικών,ήταν σαφώς ανώτερη, γιατί τα ξένα πρότυπα , μέσα από την φρεσκάδα της ελληνικής γλώσσας αποκτούσαν πιο ανάγλυφες ψυχολογικές καταστάσεις ,αλλά και πιο ανθρώπινους χαρακτήρες.Ετσι το κρητικό θέατρο του 17ου αιώνα ,καταλήγει σε μια μορφή έντονη ,με μοναδικό παλμό που το διαχωρίζει απόλυτα από το αναγεννησιακό ιταλικό πρότυπό του.
Τέλος , τα έργα που σώζωνται ,δυστυχώς ,δεν είναι αρκετά ώστε να δώσουν μια πλήρη εικόνα της ιστορίας του θεάτρου στη Βενετοκρατούμενη Κρήτη.
ΣΧΟΛΙΟ 1 : COMMEDIA DELL’ ARTE η ιταλική επαγγελματική κωμωδία που αναπτύσσεται μέσα στο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο της αναγέννησης και της ανόδου της αστικής κοινωνίας. Με καταβολές στα ατελλανά δράματα από την αρχαία ρωμαϊκή επαρχία Ατέλλα, αισθητικά και θεματικά βασίζεται στο λαϊκό θέατρο.
Στο σενάριο δεν υπήρχε διάλογος παρά μονάχα μία φόρμα που εξηγούσε περί τίνος επρόκειτο η σκηνή, τι έπρεπε να κάνει ο ηθοποιός και τίποτα περισσότερο.Η επιτυχία της εξαρτόνταν ολοκληρωτικά απ’ το παίξιμο κι όχι από το σενάριο.Οι θίασοι της commedia dell’ arte, τριγυρνούσαν στη χώρα, και για να εξασφαλίσουν την σκηνική τους ανεξαρτησία, κουβαλούσαν πάντα μαζί τους , πάνω σ’ ένα κάρο μια φορητή σκηνή με κουρτίνες, κοστούμια κι ότι άλλο είχαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου